ΣΚΥΔΡΑ
Η Σκύδρα είναι κωμόπολη του νομού Πέλλας, έδρα του ομώνυμου δήμου , με πληθυσμό 5081 κατοίκους σύμφωνα με την απογραφή του 2001, χτισμένη στη μέση ενός εύφορου κάμπου με μέσο υψόμετρο περίπoυ 40 μέτρα, απέχει 15 χλμ από την πρωτεύουσα του νομού, την Έδεσσα. Αποτελεί σημαντικό αγροτικό κέντρο της περιοχής με σημαντική φρουτοπαραγωγή (κυρίως ροδακινοπαραγωγή) και μεταποιητική φρουτοβιομηχανία. Στην πόλη εδρεύει Υποθηκοφυλακείο καθώς και Ειρηνοδικείο ενώ διαθέτει σιδηροδρομική γραμμή και τελωνείο.
Οι μελετητές των ιστορικών χρόνων ( Delacoulonche ) τοποθετούν τη Σκύδρα στη θέση που βρίσκεται σήμερα το χωριό Επισκοπή του νομού Ημαθία, στη θέση παλιά εκκλησία, άγνωστο όμως παραμένει ακόμα το πότε χτίστηκε και από ποιον καταστράφηκε αυτή η πόλη. Ο οικισμός ανήκει στον τύπο της τούμπας και βρίσκεται στο νότιο άκρο του χωριού, 100 μ. δυτικά από το δρόμο Σκύδρας -Βέροιας, στα όρια λοφώδους και πεδινής περιοχής, την οποία διασχίζει το ρεύμα Βαλβίτσα. Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ευρήματα που έχουν εντοπιστεί στην περιοχή της Νέας Ζωής. Ο οικισμός αυτός βρίσκεται σε στρατηγική θέση από άποψη επικοινωνίας της Αλμωπίας με την πεδινή Κεντρική Μακεδονία. Τα παλιότερα και νεώτερα ευρήματα του λόφου που δεσπόζει σαν φυσική ακρόπολη μαρτυρούν κατοίκηση από την πρώιμη εποχή του χαλκού έως τα ελληνιστικά χρόνια.
Κατά τον Θεαγένη η Σκύδρα ήταν πόλη της Μακεδονίας. Ο Πτολεμαίος την κατατάσσει στο νομό Ημαθίας και συγκαταλέγει τη Σκύδρα στις πόλεις της Εορδαίας ενώ ο Στράβωνας στη χώρα των Βρυγών με την ονομασία Κύδραι. Νομίσματα που ανακάλυψαν οι αρχαιολογικές έρευνες δίνουν το στίγμα της στη Βυζαντινή περίοδο καθώς και στη Ρωμαϊκή ενώ κάποια αλλά ευρήματα μαρτυρούν ότι η πόλη διατηρήθηκε μέχρι τα βυζαντινά χρόνια. Ο δήμος Σκύδρας βρισκόταν στο κέντρο της εύφορης μακεδονικής πεδιάδας και πάνω στο αρχαίο οδικό άξονα, που συνέδεε την ανατολή με τη δύση, τη μεταγενέστερη Εγνατία. Εξαιτίας της θέσης της, διέθετε ένα πλούσιο ιστορικό παρελθόν που ξεκινά από τη νεολιθική εποχή. Ονόματα Σκυδραίων αναφέρονται σε ωνές ενεπίγραφες πράξεις αγοραπωλησίας ακινήτων του 3ου αιώνα π.Χ. ή σε απελευθερωτικές επιγραφές των ρωμαϊκών χρόνων.
Κατά την μεγαλουργό αρχαϊκή εποχή η Σκύδρα ήταν πόλη ωραιότατη και πολύ προηγμένη στον πολιτισμό με κατοίκους εργατικούς και φιλόμουσους. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι διέθετε θέατρο στο όποιο δίδασκαν πολλοί θίασοι της εποχής. Οι κάτοικοι της ήταν φανατικοί λάτρεις της ανδρείας, ονόμαζαν θεό το μυθικό ήρωα Ηρακλή προς τιμήν του οποίου εκτελούσαν κάθε χρόνο αγώνες που ονομάζονταν Ηράκλεια και οι οποίοι συνοδεύονταν από λαμπρές γιορτές κατά τις οποίες αποθέωναν τον προστάτη του.
Η ιστορία αναφέρει τους Σκυδραιους ως ανθρώπους εύπορους οι οποίοι χειρίζονταν καλά το Ησιόδειο άροτρο, ήταν καλοί γεωργοί και αφοσιωμένοι στο κυνήγι γεγονός που εξηγεί την ευλαβική προσήλωση τους στη θεά Άρτεμη τη Γαζωρειτιδα και Βλουρειτιδα αλλά και τον Δία τον Ύψιστο. Οπωσδήποτε το πιο σημαντικό μνημείο που έχει φέρει στο φως η ανασκαφική σκαπάνη είναι ο αρχαίος ναός που ερευνήθηκε τα έτη 1992,1999,2001 στον οικισμό των εργατικών κατοικιών στη Σκύδρα. Αν και διασώθηκε μόνο η κατώτερη σειρά της υποθεμελίωσής του, από τις διαστάσεις του, τα υπόλοιπα ευρήματα και τη θέση του με πανοραμική θέα, γίνεται φανερή η σημασία του για όλη την περιοχή της Κεντρικής Μακεδονίας. Ο ναός κατασκευάστηκε τον 3ο π.Χ. αιώνα και ήταν αφιερωμένος στη λατρεία του Δία. Σήμερα διατηρείται σε κατάχωση στο κέντρο της πλατειάς των εργατικών κατοικιών της Σκύδρας, με αναπαράσταση της κάτοψης του στην επιφάνεια του εδάφους.
Στις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα η Μακεδονία υποτάθηκε στους Πέρσες και έμεινε υποδουλωμένη μέχρι τους περσικούς πολέμους που απελευθερώθηκε. Αυτά τα χρόνια αναφέρεται ότι υπήρξε σατραπεία στη Σκύδρα με σατράπη τον Βουβαρη από το 510 -490 π.Χ.
Η Σκύδρα άκμασε από τον 1ο αιώνα μέχρι τον 3ο αιώνα της ρωμαιοκρατίας και διατηρήθηκε μέχρι τα βυζαντινά χρόνια.
Την εποχή της τουρκοκρατίας και μέχρι το 1926 ήταν ένα μικρό χωριό με το όνομα Βέρτεκοπ. Το Βέρτεκοπ είναι παραφθαρμένη τουρκική ή σλαβική λέξη και σημαίνει «στροφοχωρι» ή «αγορά». Την ονομασία της την οφείλει σε κάποιο ποτάμι που κατέβαινε από την Έδεσσα και έστριβε στην περιοχή του Βέρτεκοπ και από εκεί συνέχιζε την πορεία του. Το βαλτώδες έδαφος και οι ανθυγιεινές συνθήκες διαβίωσης δεν επέτρεπαν, παρά τις λίγες χριστιανικές και μουσουλμανικές οικογένειες-συνολικά 165 κάτοικοι-να διαμένουν. Υπήρχε ήδη η εκκλησία του αγίου Γεωργίου, η οποία σώζεται μέχρι τις μέρες μας και δυτικότερα από αυτή, οίκημα που λειτουργούσε ως ελληνικό σχολείο με 10 μαθητές καθώς και ένας νερόμυλος με 4 μυλόπετρες. Από αναφορές στα «Εδεσσαικά χρόνια» μαθαίνουμε ότι στα χρόνια της τουρκοκρατίας υπήρχε σχολείο. Γύρω στα 1852 αναφέρεται ότι τοποθετήθηκε στη Σκύδρα η πρώτη σιδηροδρομική γραμμή.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το 1873 το Βέρτεκοπ είχε περίπου 40 σπίτια, 20 ελληνικά και 20 τούρκικα. Το 1890 χτίστηκε πάνω στο τότε ήδη υπάρχον σχολείο, διώροφο πλέον σχολείο, το οποίο σώζεται μέχρι σήμερα και βρίσκεται πίσω από το σημερινό Γυμνάσιο. Κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα οι κάτοικοι αγωνίστηκαν για την ελευθερία ενώ αναφορά στο τοπωνύμιο γίνεται και από την Πηνελόπη Δέλτα στο γνωστό βιβλίο της «Τα μυστικά του βάλτου». Σημαντικός Μακεδονομάχος ήταν ο Χριστόδουλος Δημπάρης.
Το Βέρτεκοπ απελευθερώθηκε από τον τούρκικο ζυγό την 17η Οκτωβρίου του 1912, με την συνεισφορά του Ελληνικού Στρατού στην διάρκεια των βαλκανικών πολέμων. Συγκεκριμένα μια Ημιλαρχια του Ιππικού του Ελληνικού Στρατού, προερχόμενη από τη Βέροια και με επικεφαλής τον ανθυπίλαρχο Αργύριο Σταυρόπουλο, καταλαμβάνει το σιδηροδρομικό σταθμό της Σκύδρας, χωρίς καμία αντίσταση από τους Τούρκους. Οι 3 ατμομηχανές και τα 40 βαγόνια που υπήρχαν στο σταθμό, χρησιμοποιήθηκαν σαν μεταφορικό μέσο στρατού και πολεμικού υλικού από τη Βέροια, τόσο για την ελευθέρωση της πόλης της Έδεσσας όσο και των Γιαννιτσών. Στα 1914 πολλοί πρόσφυγες από την Θράκη και τον Πόντο εγκαταστάθηκαν στην περιοχή. Στα 1916 με τη Γαλλική πρωτοβουλία τα συμμαχικά στρατεύματα εγκατέστησαν έναν σιδηρόδρομο τύπου "Nτεκοβίλ" (Dekoville) συνδέοντας το Βέρτικοπ (τη Σκύδρα) με την Αρδέα (Αριδαία) διασχίζοντας τον κάμπο της Αλμωπιας. Με δυο παρακαμπτήριες γραμμές έφτανε από τη μια, μέσω Αψαλου, στην Αριδαία και τους προμάχους και από την άλλη, μέσω πολυκαρπης, στην Ορμα. Αυτό το τραίνο εξυπηρετούσε ολόκληρη την περιοχή μέχρι να τελειώσει ο πόλεμος. Το γνωστό σε όλους τραίνο της Καρατζόβας ήταν το μοναδικό συγκοινωνιακό μέσω της εποχής καθώς το ελληνικό κράτος δεν είχε αρχίσει ακόμα να φτιάχνει δρόμους. Στα τέλη Μαΐου του 1918 το Βέρτεκοπ θα δεχθεί δύο βομβαρδισμούς από τη γερμανική αεροπορία αφού οι Γερμανοί γνώριζαν ότι ο σταθμός ήταν ο μεγαλύτερος σταθμός ανεφοδιασμού και ενισχύσεων του Μακεδονικού μετώπου. Οι ζημιές που προκλήθηκαν ήταν τεράστιες, τα γερμανικά αεροπλάνα έπληξαν κυρίως τον σιδηροδρομικό σταθμό, τις αποθήκες πυρομαχικών και τροφίμων που ήταν εκεί και τους φούρνους και τα μαγειρεία που ήταν στην περιοχή του σταθμού. Στα 1918 η σιδηροδρομική γραμμή περιήλθε στην Ελληνική κατοχή και άρχισε να λειτουργεί ξανά το 1925 και συνέχισε να λειτουργεί για ειρηνικούς σκοπούς μεταφέροντας επιβάτες και εμπορεύματα. Λειτούργησε μέχρι το 1936 οπότε και καταργήθηκε, αφού κρίθηκε ως ασύμφορο. Ανάμνηση του ονόματος του τραίνου είναι η συνοικία Ντεκοβίλ κοντά στο σταθμό που χτίστηκε περίπου το 1950. Ακόμη και σήμερα ,μέσα στην πόλη διασώζεται σε όχι τόσο καλή κατάσταση, το παλαιό "Nτεκοβίλ", το κτίριο που στεγαζόταν ο αρχικός Σιδηροδρομικός Σταθμός Σκύδρας.
Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή το 1922 ήρθαν πολλοί πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία και τον Πόντο στη Σκύδρα. Η απορρόφηση αυτών των προσφύγων μπορεί πρόσκαιρα να υπέβαλε την πόλη σε μεγαλύτερη φτώχεια και δυσκολίες, μακροπρόθεσμα όμως εμπλούτισε το ανθρώπινο δυναμικό της. Ήδη, το 1924 ο πληθυσμός της ξεπέρασε τις 3000 κατοίκους.
Ο τόπος ταλανίστηκε, πληγώθηκε και πάλι βαθειά στη διάρκεια του δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου και του Εμφυλίου. Η σπουδαία γεωγραφική θέση της Σκύδρας στην κάρδια της Πέλλας, η σιδηροδρομική γραμμή της και ο σημαντικός ρόλος που διαδραμάτισε αυτή τον προηγούμενο αιώνα και για τον τόπο αλλά και σε εθνικό επίπεδο, τα αποστραγγιστικά έργα που ξεκίνησαν από το 1934 και απέδωσαν νέες γόνιμες καλλιεργήσιμες εκτάσεις και κατάλληλες συνθήκες διαβίωσης στον τοπικό πληθυσμό, κυρίως όμως οι καρτερικοί, φιλόπονοι και δημιουργικοί άνθρωποι που την κατοικούσαν, οδήγησαν τη Σκύδρα στη σημερινή της μορφή. Η υπέρβαση που έγινε ήταν μεγάλη, όση και η πρόκληση προς τους συγχρόνους Υδραίους για αντάξια συνέχιση.
Το 1918 επίσης, το Βέρτεκοπ ονομάστηκε κοινότητα και περιελάμβανε τους οικισμούς Βέρτεκοπ, Βιγκευη, Λιποχώρι, Τρεμπολιτς(28-6-1918 ΦΕΚ Α 152). Σύμφωνα με το ΦΕΚ 201922 ΒΔ 7-2-1922, προσαρτήθηκαν στην κοινότητα Βέρτεκοπ οι καταργηθείσα κοινότητα Προφήτη Ηλία και οι συνοικισμοί Ρίζοβο, Ορμάν τσιφλίκ, Μπάνια, Πράχνα της κοινότητας Καμενίκ Πετραίας και Ορυζάριον. Το 1926 το Βέρτεκοπ μετονομάστηκε σε κοινότητα Σκύδρας παίρνοντας το όνομα της αρχαίας πόλης, ενώ οι παραπάνω συνοικισμοί αποσπάσθηκαν και αναγνωριστήκαν ως κοινότητες. Συγκεκριμένα το Ριζο, Ορμάν τσιφλίκ, Μπανια και Πράχνα το 1926 (16-6-1926, ΦΕΚ Α 217), ο Προφήτης Ηλίας το 1929(11-7-1929, ΦΕΚΑ 222), το Κάτω Λιποχώρι το 1930(Δ.7-10-1930, ΦΕΚ Α 350), τα Σεβαστειανά τα 1929(Δ.26-11-1929, ΦΕΚ Α 424), το Ριζάρι το 1931 (Δ.5-1-1931, ΦΕΚ 2) και τέλος το Μαυροβούνι το 1958 (ΒΔ.15-8-1958, ΦΕΚ Α 144).Η Σκύδρα αναγνωρίστηκε σε δήμο την 1η Ιουνίου του 1989 με το Π.Δ. 315 1-6-1989(ΦΕΚ 145,1989), το όποιο αναφέρει ότι η κοινότητες Λιποχωρίου, Μαυροβουνίου, Νέας Ζωής, Ριζού, Σεβαστειανών, Σκύδρας της επαρχίας Εδέσσης του νομού Πέλλας συνενώνονται και αποτελούν δήμο με το όνομα Δήμος Σκύδρας και με έδρα τον συνοικισμό Σκύδρας της τέως κοινότητας Σκύδρας.
Ο οικισμός της Σκύδρας ως κέντρο του δήμου, παρουσιάζει έντονη εμπορική και πνευματική κίνηση, εφόσον εκτός από τις υπηρεσίες του δήμου εδρεύουν σ αυτόν δημόσια οικονομική υπηρεσία, τελωνείο, υποκαταστήματα διαφόρων τραπεζών, ειρηνοδικείο, καθώς επίσης πνευματικό κέντρο, μουσική σχολή, τμήμα χωροφυλακής, σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, λέσχη αξιωματικών της στρατιωτικής μονάδος που εδρεύει σε απόσταση 2 χλμ περίπου. Στο συνοικισμό Σκύδρας επίσης ξεκίνησε το 1968 και συνεχίζει να λειτουργεί ο φιλοπρόοδος σύλλογος «Αριστοτέλης», ο πιο ιστορικός σύλλογος του δήμου Σκύδρας, ο οποίος λόγω ελλείψεως πόρων έχει παραχωρήσει σημαντικό τμήμα των πολιτιστικών του δραστηριοτήτων στο δήμο και μαζί την αξιόλογη δανειστική του βιβλιοθήκη. Σημαντικό εμπορικό, βιομηχανικό και συγκοινωνιακό κέντρο η Σκύδρα βρίσκεται στην κορυφή των εξελίξεων στο χώρο της μεταποίησης αγροτικών προϊόντων και εξαγωγών νωπών φρούτων, ενώ παράλληλα συνεχίζει τη ραγδαία της εξέλιξη χάρη στα έργα υποδομής που εκτελούνται καθημερινά στους διαφόρους οικισμούς της αλλά και στα έργα που έχουν προγραμματιστεί να κατασκευαστούν και τα οποία αφορούν τόσο σε θέματα υποδομής, όσο και σε θέματα πολιτισμού και επιμόρφωσης.
Βιβλιογραφία:
Βλ.French 1967:32
Πέτσας 1966-67:308
Καραμανώλη -Σιγανίδου 1976:257
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Ελένη. Μελέτη για την ίδρυση Λαικής Βιβλιοθήκης στο Δήμο Σκύδρας. Αθήνα:χ.ε., 1992. σελ. 7-15
ΚΑΛΗ
Η Καλή είναι ένα χωριό του Νομού Πέλλας, που βρίσκεται λίγα χιλιόμετρα μακριά από τη Σκύδρα. Είναι ένα αγροτικό χωριό και οι κάτοικοί του ασχολούνται, κυρίως, με την καλλιέργεια και τη συγκομιδή γεωργικών προϊόντων .Η Καλή είναι η έδρα του Δήμου Μενηίδος που συστάθηκε με τη συνένωση έξι παλαιών γειτονικών κοινοτήτων του Νομού Πέλλας. Οι κοινότητες του Ανύδρου, της Καλής, του Μανδάλου, της Καλλίπολης με τον οικισμό του Σανδαλίου, του Προφήτη Ηλία και της Κρανέας με τον οικισμό Λιθαριάς αποτελούν τα δημοτικά διαμερίσματα.
Ο Δήμος Μενηίδος πήρε τ' όνομά του από την αρχαία πόλη Μενηίδα η οποία βρισκόταν στο ύψωμα «Σιδηρές Πύλες», 3,5 χλμ. Βόρεια της Καλής όπου σώζεται το τείχος τόσο της ελληνιστικής φάσης όσο και της παλαιοχριστιανικής φάσης του (5ος -6ος αιώνα).Πολλά νεκροταφεία τύμβων της εποχής του Σιδήρου εντοπίστηκαν σε τεράστια έκταση στις ράχες αρκετών λόφων κατά μήκος, ανατολικά της πόλης. Σε ενεπίγραφη αναθηματική στήλη που βρέθηκε αναφέρεται η Ιουλία Μενηις. Η αρχαία πόλη ήταν κτισμένη δίπλα στον ποταμό Αλμωπαίο και δίπλα στον αρχαίο δρόμο επικοινωνίας της Κάτω Μακεδονίας με την Αλμωπία.
Το χωριό μας πήρε το σημερινό του όνομα το 1935. Μέχρι τότε ονομαζόταν Καλινίτσα.
Το 1922, μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, ακολούθησε η ανταλλαγή πληθυσμών. Τα ελληνικά χωριά της Θράκης, της Μικράς Ασίας και του Πόντου, άδειαζαν από τους κατοίκους τους.
Οι κάτοικοι του Αγγελοχωρίου, ενός χωριού της Ανατολικής Θράκης, επιβιβάσθηκαν σ' ένα πλοίο και μετά από ταξίδι μιας εβδομάδας αποβιβάσθηκαν στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Ύστερα από ολιγοήμερη διαμονή στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, προορισμός τους ήταν το Βερτικόπ, η σημερινή Σκύδρα. Όπου και παρέμειναν έως ότου βρεθεί χωριό για να τους φιλοξενήσει.
Τελικά το χωριό βρέθηκε. Το όνομα αυτού Καλινίτσα. Το χωριό αυτό τότε κατοικούνταν από Τούρκους καθώς και λίγες οικογένειες γηγενών ντόπιων κατοίκων και μερικές οικογένειες βλάχων.
Μόλις οι Αγγελοχωρίτες αφίχθησαν στο νέο τους χωριό προσπαθούσαν να βρουν σπίτια για να στήσουν τα νοικοκυριά τους. Επιτάχθηκαν τότε τα τούρκικα σπίτια που ήταν χτισμένα με πλιθιά και αφού εξαναγκάστηκαν οι Τούρκοι να διαμείνουν σ' ένα μικρό μέρος του χωριού, το υπόλοιπο μέρος κατέλαβαν οι Θρακιώτες.
Οι ντόπιοι γηγενείς κάτοικοι τότε, που αριθμούσαν περίπου 20 οικογένειες, ζούσαν σε μια γειτονιά στο νοτιοανατολικό άκρο του χωριού.
Ένα ιδιαίτερα έντονο χαρακτηριστικό των κατοίκων του τόπου, είναι τα γλέντια και οι χοροί. Από τα πρώτα χρόνια της μετεγκατάστασης των προσφύγων στη Καλινίτσα, διοργανώνονταν χοροί στην πλατεία του χωριού. Στη θέση που βρίσκεται σήμερα η εκκλησία του Τιμίου Σταυρού βρισκόταν παλιά ένα τεράστιο δέντρο. Οι χοροί λοιπόν και όλες οι εκδηλώσεις σε μέρες γιορτής και όχι μόνο, δίνονταν κάτω απ' αυτό το δέντρο.
Οι γέροντες θυμούνται ακόμη κάποιον οργανοπαίκτη που διασκέδαζε για πολλά χρόνια τον κόσμο με την γκάιντα του, ενώ πολλοί μιλούν για τη λατέρνα που υπήρχε σε καφενείο του χωριού. Στο ίδιο καφενείο, θυμούνται, πως έφτασε και το πρώτο ραδιόφωνο, το 1938. Μέχρι το 1948 περίφημες ήταν στην περιοχή και οι «μαντολινάδες» όπου κοπέλες του χωριού έπαιζαν μαντολίνο σε πολλές εκδηλώσεις.
Και σήμερα όμως οι πολιτιστικές εκδηλώσεις δε λείπουν από το χωριό και από το Δήμο Μενηίδος γενικότερα.
Τα Μενηίδεια, οι σχολικοί αθλητικοί αγώνες, η γιορτή ροδακίνου, τα τοπικά λαϊκά πανηγύρια με τα κεράσματα και τους δημοτικούς χορούς αποτελούν τις κύριες εκδηλώσεις πολιτισμού που πραγματοποιούνται στα Δημοτικά Διαμερίσματα του Δήμου.